Τετάρτη 11 Δεκεμβρίου 2013

TA ΟΡΦΑΝΑ ΠΑΙΔΙΑ ΤΟY ΤΣΟΥΝΑΜΙ ΠΟΥ ΕΓΙΝΑΝ ΜΕΓΑΛΟΙ ΕΠΙΧΕΙΡΗΜΑΤΙΕΣ

6 αδέρφια ηλικίας από 8-20 ετών έμειναν ορφανά όταν το φονικό τσουνάμι πήρε τους γονείς τους στην Σρι Λάνκα το 2004. Ήταν εκεί  μαζί με άλλους 220 χιλιάδες ανθρώπους από πολλές γειτονικές περιοχές που βρήκαν τραγικό θάνατο πριν από 9 χρόνια.
οι σαγιονάρες είναι ίσως το αντικείμενο που δεν λείπει από τις αποσκευές κανενός τουρίστα. Φοριούνται σε όλο τον κόσμο και αποτελούν μία βιομηχανία πολλών δισεκατομμυρίων δολαρίων. Για τους Ρομπ και Πολ Φόρκαν όμως, δύο από τα 6 αδέρφια από τη Βρετανία, είναι και μία ανάμνηση, μία κληρονομιά που τους άφησε η προσωπική τους τραγωδία. Γιατί από ορφανά τα οποία άφησε πίσω του το τσουνάμι μετατράπηκαν σε επιτυχημένους επιχειρηματίες που έχουν παράλληλη φιλανθρωπική δράση. 
Οι γονείς τους, Κέβιν και Σάντρα Φόρκαν ήταν ευκατάστατοι επιχειρηματίες που κάποια στιγμή κουράστηκαν από τον τρόπο ζωής τους, πούλησαν το σπίτι τους και το 1999 άρχισαν να ταξιδεύουν δουλεύοντας για φιλανθρωπικές οργανώσεις στις αναπτυσσόμενες χώρες μαζί με τα τέσσερα από τα έξι παιδιά τους. Πούλησαν το σπίτι της οικογένειας που ζούσαν για 20 χρόνια. Αντάλλαξαν μια κανονική, άνετη ζωή στο Croydon στο Νότιο Λονδίνο για την περιπέτεια της ζωής. Πρώτη στάση η Ινδία όπου έμειναν ένα χρόνο, και ακολούθησε η Σρι Λάνκα. 
Ανήμερα τα Χριστούγεννα του 2004 το τσουνάμι έπληξε την ακτογραμμή. Η οικογένεια Φόρκαν ξύπνησε από τις κραυγές και τα τεράστια κύματα εισέβαλαν στα δωμάτια του ξενοδοχείου τους. Οι γονείς αγωνίστηκαν να βγάλουν τα δύο μικρότερα παιδιά τους επάνω στο ρετιρέ του κτιρίου. ο Rob κατάφερε να αρπάξει μια μεταλλική μπάρα και με το άλλο του χέρι κρατούσε τον αδερφό του Paul. Εκείνη η στιγμή ήταν η τελευταία φορά που είδαν τους γονείς τους. Λίγο αργότερα εντόπισαν τον μικρότερο αδελφό και την αδελφή τους Μάτι και Rosie, τότε 12 και οκτώ ετών. Όλοι ήταν τραυματισμένοι. Οι μεγαλύτερες αδελφές τους, Jo και Μαίρη ευτυχώς είχαν μείνει πίσω στο Ηνωμένο Βασίλειο. Ο Ρομπ, 17 ετών τότε, ο Πολ στα 15 και τα αδέρφια τους έμειναν μέσα σε μία στιγμή ορφανά, μόνα τους, σε μία ξένη χώρα. Χωρίς να έχουν χρήματα ή φαγητό περπάτησαν ξυπόλητα σχεδόν 200 χλμ. για περίπου μία εβδομάδα ώσπου να φτάσουν στο Κολόμπο. Εκεί με τη βοήθεια της βρετανικής πρεσβείας κατάφεραν να γυρίσουν στην πατρίδα τους. Αν ήταν απλά συνηθισμένοι τουρίστες, θα είχαν δυσκολευτεί πολύ, αλλά ως παιδιά είχαν δουλέψει εθελοντικά σε ορφανοτροφεία και είχαν σκληραγωγηθεί.
Ένα πρωί του 2010, ξυπνώντας έπειτα από ξενύχτι, ο Ρομπ μονολόγησε «το στόμα μου είναι ξερό... σαν σαγιονάρα του Γκάντι, του Ινδού ηγέτη δηλαδή που συνήθιζε να φορά μόνο σαγιονάρες. Και έτσι, απροσδόκητα, προέκυψε η ιδέα. Άρχισαν λοιπόν να σχεδιάζουν πολύχρωμες σαγιονάρες, άλλαξαν ένα γράμμα από το όνομα «Γκάντι» προκειμένου να μην θεωρηθεί προσβολή και πληρώσουν δικαιώματα, και έπιασαν δουλειά. Και κάτι που ξεκίνησε από την κρεβατοκάμαρα δύο νεαρών, εξελίχθηκε σε εταιρεία που εκτιμάται ότι αξίζει περισσότερο από 1,5 εκ. δολάρια. Δεν ήταν βέβαια εύκολη υπόθεση μέχρι που τα προϊόντα τους βρήκαν θέση στη βιτρίνα γνωστών βρετανικών καταστημάτων.

τα δύο αδέρφια που διαχειρίστηκαν σωστά τα χρήματα που βρήκαν στους λογαριασμούς των γονιών τους, παράλληλα συνεχίζουν τη φιλανθρωπική δράση που είχαν οι αδικοχαμένοι. Δωρίζουν το 10% των κερδών τους για να βοηθήσουν παιδιά στην Ινδία, παρέχοντας σχολική ύλη και χρηματοδοτώντας  δασκάλους. Επιπλέον, η εταιρεία τους έχει δημιουργήσει τη δράση «Από ορφανά, για ορφανά» με στόχος την ίδρυση ορφανοτροφείων σε φτωχές χώρες.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου