Δευτέρα 13 Οκτωβρίου 2014

Ο ΑΝΘΡΩΠΟΣ ΠΟΥ ΜΕΓΑΛΩΣΕ ΜΕ ΤΟΥΣ ΛΥΚΟΥΣ ΚΑΙ ΕΖΗΣΕ ΑΝΑΜΕΣΑ ΤΟΥΣ 12 ΧΡΟΝΙΑ!

Οι ιστορίες ανθρώπων που μεγάλωσαν μαζί με άγρια ζώα ανήκουν συνήθως στη φαντασία και στα σενάρια ταινιών. Κι όμως εδώ στην περίπτωση του Μάρκος Ροντρίγκεζ Παντόγια όλα δείχνουν ότι έζησε για χρόνια ως μέλος αγέλης ζώων και κατάφερε να ενταχθεί ξανά στην ανθρώπινη κοινωνία και να διηγηθεί την περιπέτειά του στο βρετανικό δίκτυο bbc. Έζησε στα βουνά της Ισπανίας με λύκους από το 1953 έως το 1965 από τα 6 του χρόνια. Είχε μείνει 12 χρόνια στα βουνά, μόνος του με παρέα κατσίκια, φίδια και άλλα ζώα. Ο εντοπισμός του αποτέλεσε πρώτο θέμα στις ειδήσεις της εποχής. 
Όταν ο Μάρκος ήταν 6 ετών ο φτωχός πατέρας του τον πούλησε σε έναν βοσκό που τον πήγε στα βουνά του Σιέρα Μορένα για να τον βοηθά να φροντίζει το κοπάδι του. Σύντομα όμως ο ηλικιωμένος πέθανε και άφησε τον Μάρκος μόνο του αφού δεν είχε οικογένεια. Έχοντας πέσει θύμα ξυλοδαρμού επί χρόνια από την μητριά του, προτίμησε την απομόνωση και δεν έκανε απόπειρα να επιστρέψει στο σπίτι του. Τα λίγα που πρόλαβε να του μάθει ο βοσκός πριν πεθάνει, ήταν αρκετά προκειμένου να μην πεινάσει και να επιβιώσει στην φύση. Ηξερε πώς να κυνηγά λαγούς και πέρδικες με παγίδες από ξύλα και φύλλα. «Τα ζώα με καθοδηγούσαν στο τι να φάω. Ο,τι έτρωγαν εκείνα, το έτρωγα κι εγώ», λέει ο Μάρκος στο BBC, που κατέληξε να τρέφεται ακόμη και από βολβούς που έβρισκαν σκάβοντας τα αγριογούρουνα. Ο ίδιος διηγείται ότι είχε αναπτυχθεί μία ιδιαίτερη σχέση ανάμεσα σε εκείνον και τα ζώα, αλλά πιο εξωπραγματικό ακούγεται το «δέσιμό» του με τους λύκους.
Όταν εγκατέλειψε πια το σπίτι του βοσκού, μπήκε σε μία σπηλιά και άρχισε να παίζει με τα λυκάκια που έμεναν εκεί, μέχρι που τον πήρε ο ύπνος. Λίγο αργότερα γύρισε η μητέρα με κρέας για τα μικρά της. τον κοίταξε απειλητικά, αλλά αφού τάισε τα λυκάκια του πέταξε ένα κομμάτι. Δεν ήθελε, λέει, να το αγγίξει γιατί φοβόταν ότι θα του επιτεθεί, αλλά η λύκαινα το έσπρωχνε προς το μέρος του. Το έφαγε και έτσι έγινε μέλος της οικογένειας των λύκων. Οι λύκοι δεν ήταν τα μόνα ζώα με τα οποία ο Μάρκος δηλώνει ότι ανέπτυξε μια ιδιαίτερη σχέση. Στη σπηλιά που ζούσε υπήρχε ένα θηλυκό φίδι. Ο Μάρκος το τάιζε γάλα κατσίκας και το φίδι τον ακολουθούσε παντού.
Η απίστευτη ιστορία αποκαλύφθηκε όταν στα 19 του τον βρήκε τυχαία η ισπανική Πολιτοφυλακή στο βουνό. τον πήγε με το ζόρι στο χωριό που βρίσκεται στους πρόποδες και κάλεσε τον πατέρα του να τον αναγνωρίσει. Ο ίδιος ο μάρκος έδειξε ότι δεν αισθάνθηκε τίποτα όταν τον είδε και φυσικά δεν τον ακολούθησε. Δεν μπορούσε να μιλήσει, αφού δεν είχε συναντήσει άνθρωπο για χρόνια, και επικοινωνούσε μόνο με κραυγές και ήχους. Αν και είχε καταφέρει να επιβιώσει στα βουνά, ανάμεσα σε άγρια ζώα, η πρώτη επαφή του με την κοινωνία ήταν για εκείνον η πιο τρομακτική εμπειρία της ζωής του όπως λέει. Δεν ήξερε πού να πάει, ήθελε να το σκάσει ξανά για τα βουνά αφού όλα τον φόβιζαν. Από την πρώτη επίσκεψή του στον κουρέα, που νόμιζε ότι θα του κόψει το λαιμό με το ξυράφι, μέχρι τους καβγάδες με τις μοναχές που τον φιλοξενούσαν αρχικά στη Μαδρίτη καθώς μάταια προσπαθούσαν να τον πείσουν να κοιμηθεί σε κρεβάτι. Στο πρώτο του διαμέρισμα που νοίκιασε, δεν υπήρχαν έπιπλα. Μόνο κουβέρτες απλωμένες στο πάτωμα μαζί με εφημερίδες και περιοδικά. 
Αυτό που τον ενοχλούσε περισσότερο όμως ήταν ο απίστευτος θόρυβος των ανθρώπων όπως ο ήχος των αυτοκινήτων. Χρόνια μετά κατέληξε να ζει σε άθλιες συνθήκες στη Μάλαγα, μέχρι την τυχαία συνάντηση με έναν συνταξιούχο αστυνομικό, ο οποίος τον κάλεσε να πάει στο μικρό χωριό του στην βόρειο-δυτική περιοχή της Γαλικίας. Εκεί ζει τα τελευταία 15 χρόνια ευτυχισμένος και όπως λέει συνήθισε πλέον τη νέα του ζωή και κυρίως τα πράγματα που δεν είχε τότε, όπως την μουσική και τις γυναίκες.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου