Η Μαρίσα
Μέρικο ήταν μόλις 22 χρονών, όταν κλήθηκε να γίνει το αφεντικό μιας ισχυρής
ιταλικής οικογένειας της μαφίας. Ο πατέρας της είχε μόλις καταδικαστεί για φόνο
και βρισκόταν στο κελί της φυλακής. Κάποιος έπρεπε να αναλάβει τα ηνία της
«οικογένειας» και η νεαρή κοπέλα αποφάσισε ότι έπρεπε να το κάνει, άλλωστε είχε
μεγαλώσει παίζοντας με τα όπλα. Αισθάνθηκε ότι ήταν υποχρέωσή της και αποδείχθηκε
ότι έκανε για τη βρώμικη δουλειά. Ακόμη και σε πολύ δύσκολες καταστάσεις,
εκείνη στάθηκε στα πόδια της και τα έβγαλε πέρα, όπως, όταν χρειάστηκε να αγοράσει ένα ελικόπτερο από
λαθρεμπόρους των Βαλκανίων για να βοηθήσει τον πατέρα της να αποδράσει από τη
φυλακή. Δύσκολα πέρασε κατά τη διάρκεια της εγκυμοσύνης της, και κατά
πρώτα χρόνια που το παιδί της είχε έρθει στον κόσμο. Η αστυνομία, είχε φτάσει
πια πολύ κοντά στα ίχνη εκείνης και του άντρα της που διαχειριζόταν τεράστιες
ποσότητες κοκαΐνης. Την ίδια ώρα η
μισή της οικογένεια ήταν στη φυλακή, ενώ η άλλη μισή είχε στραφεί εναντίον της.
Ως επικεφαλής της μαφίας της Καλαβρίας έκανε ξέπλυμα μαύρου χρήματος,
διακίνηση ναρκωτικών, αλλά και εμπόριο όπλων σε όλη τη νότια Ευρώπη. Αν και η Ντραγκέτα
κατάγεται από τον Νότο, είχε μια πολύ σημαντική παρουσία στη Βόρεια Ιταλία και
μάλιστα στο Μιλάνο. Αλλά είχε πλοκάμια σε Ισπανία, Γερμανία, Αυστραλία, Καναδά
και την Νότια Αμερική» με τα μεξικανικά καρτέλ ναρκωτικών. Επίσης η Μαρίσα διακινούσε τοξικά απόβλητα αλλά επένδυε και σε νόμιμες επιχειρήσεις,
όπως εφημερίδες και ακίνητα. Στα 22 της συμμετείχε στον αιματηρό πόλεμο ανάμεσα στις «οικογένειες» της μαφίας, που
κατά τα έξι χρόνια της αρχηγίας της, κόστισε τη ζωή σε 700 άτομα. Ήταν εκείνη
που «έτρεχε τις οικογενειακές επιχειρήσεις, μαζί με τον πατέρα της, τον οποίο
και επισκεπτόταν συχνά στη φυλακή ώστε να καταστρώνουν τις επόμενες κινήσεις
τους. Όμως, το χτύπημα εναντίον της ήρθε μέσα από την ίδια της την
οικογένεια.
Η θεία της, Ρίτα,
συνελήφθη το 1993, κατά την προσπάθειά της να πουλήσει χάπια Εcstasy. Αποφάσισε
να «μιλήσει» στις αρχές για την οικογένεια και κατέθεσε εναντίον των συγγενών
της. Περίπου 100 άνθρωποι συνελήφθησαν και η Μαρίσα, υποσχόμενη εκδίκηση,
κατέφυγε στη μεγάλη Βρετανία. Σήμερα δύο δεκαετίες μετά ζει με τα παιδιά και το εγγόνι της στο
Μπλάκπουλ, μια ήρεμη, παραθαλάσσια πόλη της βορειοδυτικής Αγγλίας. Αυτοεξόριστη
εδώ και πολλά χρόνια καθώς οι ιταλικές αρχές την αναζητούσαν και από τη στιγμή
που θα πατούσε το πόδι της στην πατρίδα της θα εξέτιε την ποινή που της είχε
επιβληθεί ερήμην της. Η ίδια παρουσιάζεται ως ένα αξιοσέβαστο πρόσωπο της
μεσαίας τάξης, μια μητέρα, που δεν εργάζεται, αλλά μένει στο σπίτι της κοντά
στα παιδιά της. Μάλιστα, για κάποιο χρονικό διάστημα, η βρετανική κυβέρνηση τη
στήριξε οικονομικά, λόγω της νοσοκομειακής φροντίδας που προσέφερε στην άρρωστη
μητέρα της, η οποία έφυγε πρόσφατα από τη ζωή.
Η 45χρονη Μαρίσα είναι φιλική και ευγενική, και γράφει την αυτοβιογραφία της σαν να
εξιστορεί τη ζωή ενός άλλου ατόμου και όχι τη δική της. Χρησιμοποιεί πολύ συχνά τη λέξη «ηθική» στο κείμενο της, που έχει τον
πρώτο και τον τελευταίο λόγο για τους ανθρώπους της μαφίας. Εκφράζει τη
λύπη της για πολλά γεγονότα που έχει ζήσει η ίδια και η οικογένειά της, αλλά
και την αιματηρή πορεία που ακολούθησαν. η γιαγιά και ο πατέρας της παραμένουν
στην φυλακή καταδικασμένοι για φόνους. Η
οικογένειά της, που είχε τον απόλυτο έλεγχο στην αγορά των ναρκωτικών κατά τη
δεκαετία του ’80, έχει διασκορπιστεί. Όνειρο της παραμένει η επιστροφή στα
πάτρια εδάφη και η ένωση της οικογένειας Μέρικο, κάτι που αναμένεται να συμβεί
σύντομα μόλις λήξει η 25ετία από την έκδοση εντάλματος σύλληψης.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου